Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά ΟΑΕΕ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ)
ΑΙΤΗΣΗ
της
Όλγας Γεριτσίδου του Γεωργίου
κατοίκου Ν. Ηρακλείου Αττικής, οδός Ελπίδος, αρ. 29, ΤΚ 141 21
ΚΑΤΑ
1. Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών – Ο.Α.Ε.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα, οδό Σατωβριάνδου, αρ. 18, ΤΚ 10 432 και οδό Ακαδημίας, αρ. 22. ΤΚ 10 671
2. Ο.Α.Ε.Ε. τμήμα Ν. Ιωνίας (1133)
που εδρεύει στο Ν. Ηράκλειο Αττικής, οδό Στ. Καραγιώργη 4,
ΤΚ 141 21
3. Διοικητή Ο.Α.Ε.Ε.

που εδρεύει στην Αθήνα, οδό Ακαδημίας, αρ. 22, ΤΚ 10 671_____
______________________________________________________
Τυγχάνω υποχρεωτικώς ασφαλισμένη στον Ο.Α.Ε.Ε. κατόπιν συγχωνεύσεως του ασφαλιστικού μου ταμείου Τ.Ε.Β.Ε. σε αυτόν. Ανέκαθεν, οι ασφαλιστικές εισφορές που μου απαιτούνταν επί της ουσίας ως προϋπόθεση για να μπορέσω να ασκήσω το ελεύθερο επάγγελμα μου ήταν εξαιρετικά επαχθείς για το εκάστοτε εισόδημα μου και πάντα υπήρχε σαφής δυσκολία εκ μέρους μου να τις καταβάλω. Μάλιστα, πολλές φορές εξαναγκαζόμουν να περιορίσω τις ανάγκες μου ζωτικών αγαθών όπως σίτιση, ηλεκτρικό ρεύμα και άλλα ώστε να μπορέσω να μαζέψω τα υπέρογκα για το εισόδημα μου ποσά και επί πλέον τιμωρούμουν αυστηρά για έστω και λίγη καθυστέρηση στην καταβολή τους, ακόμα και αν η καθυστέρηση αυτή οφειλόταν σε ακραίες καταστάσεις όπως κλοπή, ληστεία που μου αφαίρεσε τα ποσά που είχα μαζέψει ή σε λάθος των υπαλλήλων Ο.Α.Ε.Ε. και συνεργαζόμενης με αυτόν τράπεζας που με δική τους υπαιτιότητα δεν καταχώρησαν την εγκαίρως καταβληθείσα εισφορά μου, διπλοχρεώνοντας την και ποτέ μη διορθώνοντας το λάθος τους παρ’ όλες τις επίσημες και τεκμηριωμένες εκκλήσεις – ενστάσεις μου προς αυτούς.
Μέχρι την επέλαση της οικονομικής κρίσης μπορούσα κάπως να ανταποκρίνομαι, αν και αυτό, λόγω των εντελώς ανελαστικών και εκτός πραγματικότητος της αγοράς δήθεν ‘ρυθμίσεων’ που ήμουν αναγκασμένη να υπαχθώ εάν ήθελα να συνεχίσω να εργάζομαι και να παράγω εισόδημα για την επιβίωση μου, με ανάγκαζε ουσιαστικά να ζω στα όρια της αξιοπρεπούς διαβίωσης και δεν είχα καμμία δυνατότητα επένδυσης – συντήρησης της εργασίας μου η οποία συρρικνωνόταν λόγω της έλλειψης δυνατότητας μου να την συντηρήσω πόσο μάλλον να την αναπτύξω ενώ ήμουν αναγκασμένη να υπόκειμαι δυσφήμηση λόγω της συνεχούς δικαστικής δίωξης – καταδίωξης του καθ’ ου παρ’ όλο που ήταν γνώστης της εξαιρετικά ευάλωτης οικονομικής μου κατάστασης μέσω σχετικών επισήμων εγγράφων της εφορίας (π.χ. εκκαθαριστικό) και δικές μου επίσημες οχλήσεις με αιτήματα για ρυθμίσεις που να μπορώ να αντέξω βάσει των βεβαιωμένων εισοδημάτων μου , οι οποίες βεβαίως αγνοήθηκαν επιδεικτικά και με περαιτέρω απειλές κατά της κοινωνικής μου υπόστασης και συμμετοχής.
Σε αυτό το σημείο θέλω να τονίσω ότι ο Οργανισμός δεν έχει χρειαστεί να ξοδέψει για εμένα ούτε ένα ευρώ σε περίθαλψη ή ιατροφαρμακευτική κάλυψη ή οποιαδήποτε άλλη ασφαλιστικής φύσεως υπηρεσία – παροχή ενώ δεν διαθέτω καν ούτε χρησιμοποιώ ούτε έχω χρησιμοποιήσει ποτέ βιβλιάριο ασφάλισης του. Δηλαδή, ο καθ’ ου δεν έχει παρά μόνο έσοδα από εμένα ενώ διαφαίνεται ότι πρόκειται να χάσω εντελώς το επί τριακονταετία καταβληθέν ασφαλιστικό μου κεφάλαιο λόγω του αποκλεισμού μου από το Δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως ως περαιτέρω τιμωρία μου επειδή δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να ικανοποιώ τις απαιτήσεις του καθ’ ου όπως και όποτε τις ζητάει όντας το μόνο ταμείο αυτασφάλισης στην Ευρώπη που έχει άκρως ανελαστικές και άσχετες από το εισόδημα του Ελεύθερου Επαγγελματία όπως ο ίδιος ο καθ’ ου έχει παραδεχθεί (το οποίο παραβαίνει χυδαία το άρθρο 4 του Συντάγματος μας και ειδικότερα τις παρ. 1,2 και 5 αλλά και το άρθρο 22, αλλά και σωρεία άρθρων της ΕΣΔΑ σχετικών με την προστασία της φυσικής υπόστασης και της Ελευθερίας καθώς και την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος και την προστασία από φορολογία και εισφορολογία που έχουν τον χαρακτήρα της έμμεσης δήμευσης της περιουσίας του ατόμου, άρθρα από τα οποία ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφέρω τα 5, 8, 14 και το άρθρο 1ΔΣΑΠΔ).
Έχοντας περιέλθει σε αυτή την τρομακτική και άμεσα απειλητική για την φυσική και κοινωνική μου υπόσταση κατάσταση, ξεκίνησα να μελετώ την νομοθεσία που διέπει τον καθ’ ου και ξεκίνησα αλληλογραφία με αυτόν, πάντα μέσα στα πλαίσια και τις επιταγές του άρθρου 10 του Συντάγματος, ώστε να ενημερωθώ αλλά και να προασπίσω το Δικαίωμα μου να καταβάλω εισφορά που να μπορώ να αντέξω βάσει του εισοδήματος μου όπως το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 παρ. 5.
Συστηματικά ο καθ’ ου απαντούσε σε κάθε μου επιχείρημα, αιτίαση ή αναφορά νομοθεσίας ακόμα και ισχυρότερης από εγκυκλίους, διατάγματα, κλπ, συμπεριλαμβανομένης και Κοινοτικής νομοθεσίας αλλά και υπερνομικών και υπερσυνταγματικών δεσμευτικών διατάξεων των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με στεγνή και πολλές φορές άσχετη αναφορά /επαναληπτική παράθεση της νομοθεσίας επί της οποίας ζητούσα απαντήσεις και επί της οποίας έθετα επιχειρήματα /Ενστάσεις, ωσάν άντ’ αυτών να ζητούσα χορήγηση της νομοθεσίας την οποία ήδη ήξερα και στην οποία αναφερόμουν (!) γεγονός που είναι ενάντιο στις διατάξεις του Συντάγματος (άρθρο 10 Σ) αλλά και στους νόμους περί παράθεσης υποχρεωτικά νομικού σκεπτικού συγκεκριμένου επί των ερωτημάτων-επιχειρημάτων – Ενστάσεων μου (νόμος 2690/1999 και 3230/04) ενώ επιδεικτικότατα παραβίαζαν και καταπατούσαν όπως και συνεχίζουν να παραβιάζουν και να καταπατούν και το άρθρο 6 ΕΣΔΑ και το άρθρο 10 Οικουμενικής Διακήρυξης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αφού συστηματικά μου αρνούνται το Δικαίωμα Αποδείξεως μίας κατάστασης λόγω άρνησης παροχής πληροφοριών στην πληρότητα τους και άρνησης πλήρους απαντήσεως κάθε ερωτήσεως /αιτήματος ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ.
Εξ άλλου, η απόδειξη (και κατά συνέπεια η αξίωση απόκτησης των εγγράφων που την συνιστούν) έχει χαρακτηρισθεί ως «ο ζωοδότης του Δικαιώματος Απόδειξης», «η καρδιά του δικονομικού φαινομένου». Το οποίο σημαίνει ότι το Δικαίωμα της Απόδειξης μπορεί να συνδεθεί και με το Δικαίωμα της Δικαστικής Ακρόασης, ενώ συστηματική προσπάθεια απόκρυψης πληροφοριών και /ή αποφυγή επίδειξης εγγράφων, χορήγησης εγγράφων, μελετών, πορισμάτων, κλπ δημιουργεί αμφισβήτηση της Καλής Πίστης και υπονόμευση του Καθήκοντος της Αληθείας (ενδεικτικά άρθρα 42 ΚΔΔ, 174 παρ. 4 ΚΔΔ). Το οποίο δυστυχώς αποτελεί την πάγια τακτική του καθ’ ου όχι μόνο στο άτομο μου αλλά και στο σύνολο των ασφαλισμένων σε αυτόν.
Στα πλαίσια των διαφόρων ερευνών μου, διαπίστωσα ότι υπάρχουν πολλά αδιαφανή θέματα γύρω από τόσο το θέμα απόδοσης-καθορισμού των εισφορών που απαιτεί ο καθ’ ου, όσο και αυτές τις ίδιες τις διαδικασίες που περιγράφονται στα σχετικά ΠΔ που διέπουν την λειτουργία του. Είχα λοιπόν ζητήσει με επίσημη Αίτηση μου ενδικοφανούς επίλυσης της διαφοράς να θέσω τις αιτιάσεις μου, τα επιχειρήματα μου και τις αμφισβητήσεις μου όσον αφορά το σύννομο της πρακτικής του καθ’ ου ακόμα και όσον αφορά την εφαρμογή των νόμων που διαφαίνεται ότι έχουν εφαρμοστεί λάθος, παράνομα, καταχρηστικά και παράτυπα, κάτι που ουδέποτε έλαβε χώρα.
Την δε 31η Ιουλίου 2013 έλαβα επιστολή του καθ’ ου η οποία έβριθε αοριστίας, σε βαθμό πέραν της πλήρους υπονόμευσης της όποιας Καλής Πίστης, η οποία αοριστία μπορούσε να αποτελέσει και τεκμήριο βαρύτατης αμέλειας ή δολιότητας για πολλούς λόγους εκτός του ότι έφερε μαζικό κοινό αριθμό πρωτοκόλλου τον 1056711/12-7-2013 παρ’ όλο που επρόκειτο, όπως αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας από το περιεχόμενο της ίδιας της επιστολής, για αυστηρά προσωπική ενημέρωση κάθε ασφαλισμένου με μάλιστα διορία ανταπόκρισης «από την παραλαβή» της, παραλαβή η οποία δεν ήταν δυνατόν να πιστοποιηθεί με κανέναν τρόπο ώστε να είναι έγκυρος και ορισμένος ο υπολογισμός της διορίας για κάθε συγκεκριμένο ασφαλισμένο ώστε να δύναται να αποφύγει τις όποιες κυρώσεις, και κυρίως ο υπολογισμός της ημερομηνίας εκπνοής της ημερομηνίας αυτής, αφού εστάλη με μαζική αποστολή «Β» ΕΛΤΑ, και όχι συστημένη. (για πλήρη παράθεση του συνόλου των προβλημάτων βλέπε την Ένσταση μου κατά της επιστολής αυτής με αρ. πρωτ. 1239505/7-8-2013 η οποία θα παρατεθεί εντός του συνοδευτικού με το Σημείωμα μου φακέλου).
Αναγκάστηκα λοιπόν να στείλω την με αρ. πρωτ. 1239505/7-8- 2013 «Αμφισβήτηση, Προσβολή και Ένσταση κατά της με αρ. πρωτ. 1056711/12-7-2013 επιστολής σας» (η οποία επίσης θα παρατεθεί εντός του συνοδευτικού με το Σημείωμα μου φακέλου). Ένσταση η οποία εκτός του ότι προσέβαλε την επιστολή του καθ’ ου ως άκυρη επίσης προσέβαλε την χρέωση του δήθεν χρέους μου προς τον καθ’ ου ως εσφαλμένο και καταχρηστικό με σειρά αιτιάσεων και ακαταρρίπτων επιχειρημάτων, συμπεριλαμβανομένου και του ότι η με αρ. πρωτ. 14924/5-7-2010 αίτηση μου που ήταν Ένσταση και Αίτημα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς παραμένει μέχρι σήμερα αναπάντητη με μόνη εξαίρεση απάντηση του τέως διευθυντή του περιφερειακού μου τμήματος Ο.Α.Ε.Ε. Κανδύλη που απλά δήλωσε ανικανότητα να απαντήσει, ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΟΠΩΣ ΝΟΜΟΣ ΟΡΙΖΕΙ και όπως το Σύνταγμα επιτάσσει (η οποία επιστολή θα παρατεθεί και αυτή εντός του συνοδευτικού με το Σημείωμα μου φακέλου).
Με το εν λόγω έγγραφο μου με αρ. πρωτ. 1239505/7-8-2013 ζήτησα :
  1. πλήρες και ακριβές αντίγραφο της ασφαλιστικής μου μερίδας από το 1983
  2. πλήρες αντίγραφο όλων των πληρωμών μου στον καθ’ ου από το 1983, λεπτομερώς και ετησίως
  3. αναλυτική κατάσταση του τί αποχρέωνε ο καθ’ ου με τις πληρωμές μου, με τα χρήματα από όλες ανεξαιρέτως τις πληρωμές μου από το 1983
  4. πλήρη κατάσταση των υπηρεσιών που μου έχει προσφέρει ο καθ’ ου στα πλαίσια της ανταποδοτικότητας των εισφορών μου, συμπεριλαμβανομένου και κάθε εγγράφου σχετικού από το 1983 μέχρι σήμερα
  5. γνωστοποίηση – ενημέρωση για το ύψος του συνταξιοδοτικού κεφαλαίου που έχω καταβάλει μέχρι σήμερα και τον τρόπο διαχείρισης του καθ’ ότι σύμφωνα με την κείμενη και διεθνή νομοθεσία αποτελεί περιουσιακό μου στοιχείο στα χέρια του καθ’ ου.
Τα ζήτησα δε αυτά εξηγώντας ότι τα χρειαζόμουν στα πλαίσια της παροχής πληροφοριών για την δυνατότητα απόδειξης καταστάσεως μου ενώπιον του Νόμου. Δυνατότητα που μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με την χορήγηση των συγκεκριμένων αυτών εγγράφων τα οποία περιγράφω και των οποίων ζητώ την επίδειξη στα πλαίσια της διττότητος της παροχής δικαστικής προστασίας που θα εξασφαλίζει το άρθρο 20 Σ και είναι θεσμική εγγύηση για την οργάνωση και λειτουργία της Δικαιοσύνης και για την ορθή και αποτελεσματική απονομή αυτής.
Και πάλι, ουδεμία από τις ανωτέρω πληροφορίες μου χορηγήθηκε όπως τις ζήτησα και κανένα έγγραφο δεν έλαβα. Αντ’ αυτών ο καθ’ ου μου έστειλε την με αρ. πρωτ. 1376559/9-9- 2013 επιστολή του όπου ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΜΟΥ, ΑΝΕΦΕΡΕ ΑΠΛΩΣ ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ Κ.Ε.Α.Ο., ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΣΕ ΑΙΤΗΜΑ ΠΟΥ ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΤΟΥ ΕΘΕΣΑ (!), ΚΑΙ ΜΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕ ΟΤΙ «Η ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Ή ΕΝΔΙΚΩΝ ΒΟΗΘΗΜΑΤΩΝ …ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ».
Δηλαδή, εμμέσως πλην σαφώς ο καθ’ ου αρνείται να απαντήσει ισχυριζόμενος ότι αυτό δεν χρειάζεται αφού αμφισβητήσεις κατά των χρεώσεων εν γένει δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα της διαδικασίας εκτελεστών πράξεων επιβολής των υπό αμφισβήτηση ΑΔΙΑΦΑΝΩΝ ΚΑΙ ΣΚΑΙΩΝ απαιτήσεων του !
Επίσης αρνείται να χορηγήσει τα ζητούμενα επικαλούμενος αναρμοδιότητα (!) και έχοντας επικαλεσθεί αναρμοδιότητα δεν ακολουθεί την διαδικασία προώθησης των Αιτημάτων στους αρμόδιους να τα απαντήσουν, που οφείλει να το κάνει και μάλιστα εντός τριών ημερών, ασχέτως από το εάν αναστέλλεται ή όχι η οποιαδήποτε διαδικασία. Δηλαδή, αφ’ ενός αρνείται με πρόσχημα να χορηγήσει ο ίδιος τις πληροφορίες και αφ’ ετέρου παρεμποδίζει την δυνατότητα χορηγήσεως τους από έτερη/ές υπηρεσία/ες, αφού ούτε κατονομάζει ποίες είναι οι αρμόδιες και υπεύθυνες για αυτό ούτε προωθεί ο ίδιος τίποτε πουθενά. Αυτό όμως συνιστά εν γνώσει του απόκρυψη στοιχείων γεγονός το οποίο ενδυναμώνει τις ενδείξεις ύπαρξης παρανόμων τακτικών εκ μέρους του και δόλου.
Στην επιστολή αυτή του καθ’ ου με αρ. πρωτ. 1376559/9-9- 2013, απέστειλα «Καταγγελία για αόριστη και παράνομη απάντηση και Αμφισβήτηση ποσού λόγω σωρείας λαθών υπολογισμού σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο Ο.Α.Ε.Ε.» με αρ. αποστολής Πόρτα- πόρτα των ΕΛΤΑ PD184828834GR και ημερομηνία 7 Οκτωβρίου 2013. Εντός αυτής, εκτός των στοιχείων που ζητούσα με το προηγούμενο μου έγγραφο, ζήτησα, βάσει του ισχυρισμού του καθ’ ου περί μη αρμοδιότητας /εξουσιοδοτήσεως και βάσει των άλλων λεγομένων του, προς απόδειξη του ψεύδους των ισχυρισμών του αλλά και προς απόδειξη του λάθους χρέωσης ενός υπέρογκου ποσού που καλούμαι επί ποινή της δήμευσης της πρώτης κατοικίας μου να καλύψω :


Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

justiceforgreece