Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

Γιάννης Μαυρής: Γιατί η Νέα Δημοκρατία θα χάσει τις εκλογές

 Επειδή ο προεκλογικός διάλογος πρέπει να γίνεται επωνύμως και με επιχειρήματα!

Πότε και πως παγιώθηκε η μεταστροφή του εκλογικού σώματος


Η σημασία των επερχόμενων εκλογών

Οι προσεχείς εκλογές είναι ιστορικής σημασίας και θα τερματίσουν τον κύκλο της εποχής του μνημονίου. Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου θα καταγραφεί η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας σ’ αυτό που βίωσε επί 5 έτη. Η κοινωνική δυσαρέσκεια που συσσωρεύθηκε τα χρόνια της εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων πολιτικών έχει προσλάβει ολοφάνερα (για κάθε καλοπροαίρετο αναλυτή), τη μορφή ισχυρού και πολυσυλλεκτικού εκλογικού ρεύματος υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Η έκταση του εν λόγω ρεύματος είναι αρκετά πιθανό –σήμερα- να εξασφαλίζει έστω οριακά την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.

Η παγιωμένη δημοσκοπική παράσταση νίκης (Διάγραμμα 5), που όπως είναι γνωστό αποτελεί μια εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρο του εκλογικού ανταγωνισμού, αποδεικνύει καθαρά, ότι αυτό το γεγονός γίνεται απολύτως αντιληπτό από την κοινωνική πλειοψηφία. Εξηγεί, ταυτόχρονα, γιατί τα Μέσα ενημέρωσης αποκρύβουν σκοπίμως και συστηματικά αυτό το εύρημα των ερευνών.

Η εκτίμηση ότι οι τάσεις του εκλογικού σώματος έχουν αποκρυσταλλωθεί, υποστηρίζεται από μια σειρά διαχρονικών δεικτών του πολιτικού βαρόμετρου της PublicIssue. Οι εν λόγω δείκτες τεκμηριώνουν την υπόθεση, ότι η επερχόμενη αναμέτρηση προσομοιάζει περισσότερο με τις εκλογές του 2009 (πριν από το μνημόνιο), παρά με τις διπλές εκλογές του 2012, όταν κατέρρευσε το προηγούμενο κομματικό σύστημα. Πράγματι, σε αντίθεση με το εκλογικό αποτέλεσμα του 2012, σήμερα παρατηρείται: περιορισμός της λεγόμενης ρευστότητας της ψήφου, με περιορισμό της αδιευκρίνιστης ψήφου και συρρίκνωση της αντικομματικής ψήφου, καθώς και συγκράτηση της πρόθεσης αποχής, περίπου στα επίπεδα των Β2009. Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η σημαντική ενίσχυση του νέου δικομματισμού, που καταγράφεται, με επάνοδο της επιρροής του στα επίπεδα του καλοκαιριού του 2010 (ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αθροίζουν σήμερα 68%).

Το δημοσκοπικό κωμειδύλλιο της κυβερνητικής προπαγάνδας («η ψαλίδα έκλεισε») και η οπερέτα «οι αναποφάσιστοι θα κρίνουν τις εκλογές», δεν επαρκούν για να συγκαλύψουν το γεγονός, ότι αυτή η -εδώ και πολλούς μήνες διαμορφωμένη- τάση δεν είναι αντιστρέψιμη.

Τα χαρακτηριστικά του ρεύματος



Σήμερα, το ισχυρό εκλογικό ρεύμα προς την αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται πολυσυλλεκτικό.

1) Ο ΣΥΡΙΖΑ κατορθώνει να συσπειρώσει και να απορροφήσει πλέον σημαντικό τμήμα της αντιμνημονιακής ψήφου, που το 2012 είχε εκφραστεί σε άλλους κομματικούς σχηματισμούς. Ένα τμήμα αυτού του εκλογικού σώματος, προσέγγισε τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις πρώτες εκλογές του Μαΐου 2012, αλλά απομακρύνθηκε από αυτόν στις δεύτερες του Ιουνίου, λόγω της ασφυκτικής πίεσης που δέχθηκε και της προπαγάνδας εναντίον του. Παράλληλα, ψηφοφόροι, οι οποίοι στη μετεκλογική διετία 2012-2014 και μέχρι τις ευρωεκλογές, συνέχισαν να διατηρούν επιφυλάξεις για την κυβερνητική ικανότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δείχνουν σήμερα να τις υπερβαίνουν.

Η συσπείρωση της αντιμνημονιακής ψήφου στο ΣΥΡΙΖΑ καθίσταται εφικτή, αφενός λόγω της περιχαράκωσης των ΑΝΕΛ, και αφετέρου λόγω του «αποκεφαλισμού» της Χρυσής Αυγής. Το σημερινό ποσοστό των ΑΝΕΛ, το οποίο υπολογίζεται οριακά σε 3% (έναντι 3,5% στις Ε2014 και 7,5% στις Β2012-Ι) έχει συρρικνωθεί, με αποτέλεσμα η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του κόμματος να κινδυνεύει, ενώ το μειούμενο εκλογικό σώμα της Χρυσής Αυγής εκτιμάται σήμερα στο 5,5% (έναντι 9,4% στις Ε2014 και 6,9% στις Β2012-Ι). Με βάση την τελευταία μέτρηση της Public Issue, προκύπτει ότι οι διαρροές των ΑΝΕΛ προς τον ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύουν το 16% της επιρροής του 2012, και της Χρυσής Αυγής σχεδόν 19%.

2) Λόγω της ανοικτής κρίσης και πολλαπλής διάσπασης των κομματικών σχηματισμών της Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ), στρέφεται προς τον ΣΥΡΙΖΑ και ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα της εκλογικής βάσης των δύο κομμάτων. Πρόκειται για εκλογείς στους οποίους τα αντιδεξιά αντανακλαστικά υπερισχύουν της συντηρητικοποίησης ή της υπόκλισης στα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα. Αυτοί οι ψηφοφόροι, οι οποίοι δεν φαίνεται να συγκινούνται ούτε από την πρόταση «κεντρώας αποπολιτικοποίησης» που εκπροσωπεί το ΠΟΤΑΜΙ, αντιπροσωπεύουν το 31% της επιρροής της ΔΗΜΑΡ το 2012 και το 26% της αντίστοιχης επιρροής του ΠΑΣΟΚ (αθροιστικά, περίπου 5 μονάδες του εκλογικού σώματος).

3) Η μαζική αντικυβερνητική ψήφος που εκδηλώνεται στο εκλογικό σώμα, από το φθινόπωρο, εξακολουθεί να οφείλεται και σε διαπαραταξιακή μετατόπιση, παρά τη σχετική συσπείρωση της ΝΔ. Οι διαρροές της ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύουν σήμερα σχεδόν το 12% της επιρροής της ΝΔ το 2012, δηλαδή περίπου 3,5 μονάδες του εκλογικού σώματος.

Η δυναμική των ευρωεκλογών του 2014

Στη διαδικασία κατά την οποία παγιώθηκε η ανατροπή του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων, οι ευρωεκλογές του περασμένου Μαΐου αποτέλεσαν σημείο καμπής.

Με την πολλαπλή χειραγώγηση των εκλογών: τριπλές κάλπες (τοπικές, περιφερειακές, ευρωεκλογές), μεταφορά της ημερομηνίας των εκλογών, ποικίλες αλλαγές του εκλογικού νόμου, αλλά και πολυάριθμα μέτρα που συρρικνώνουν και παρεμποδίζουν την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ετεροδημοτών, ενισχύοντας στην πραγματικότητα την αποχή, η μνημονιακή κυβέρνηση πέτυχε το «φιλτράρισμα του εκλογικού σώματος» και τη μερική «απόσβεση» της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Υπό «κανονικές συνθήκες», δηλαδή εάν οι εκλογές δεν είχαν χειραγωγηθεί, η εκλογική αποδοκιμασία θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη και η κοινωνική διαμαρτυρία θα είχε εκδηλωθεί σφοδρότερα. Η κοινοβουλευτική μεταστροφή που είχε συντελεστεί, αποκαλύφθηκε στις ευρωεκλογές με το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ, κατά τέσσερις μονάδες. Έκτοτε, αυτό το προβάδισμα, ενισχυμένο και από τη νίκη στην Περιφέρεια Αττικής, όπου διαβιεί το 1/3 του πληθυσμού, παγιώθηκε (Διάγραμμα 6).

Οι ευρωεκλογές, αφενός πιστοποίησαν τη συντελεσθείσα μεταστροφή του εκλογικού σώματος, αφετέρου επέδρασαν περαιτέρω συσπειρωτικά, γύρω από την ανερχόμενη αντιπολίτευση. Το εκλογικό σώμα διαπίστωσε με βάση πλέον την ίδια την πραγματικότητα και όχι τις δημοσκοπήσεις (που επηρεάζουν σαφώς περισσότερο τα κομματικά επιτελεία και τους δημοσιογράφους, παρά την κοινή γνώμη), ότι η αντιπολίτευση κερδίζει και η κυβέρνηση χάνει. Το φαινόμενο είναι γνωστό στην ιστορική έρευνα των εκλογών και απολύτως συμβατό με τα ελληνικά δεδομένα. Μια θεαματική ανατροπή του συσχετισμού κομματικών δυνάμεων, που πιστοποιείται σε κάποια ενδιάμεση εκλογική αναμέτρηση, λειτουργεί εν συνεχεία πολλαπλασιαστικά υπέρ του διαφαινόμενου νικητή (bandwagon effect).

Αναλογίες με 2009

Το καλοκαίρι του 2009, η απόφαση του Κ.Καραμανλή να αποφύγει την ταυτόχρονη με τις ευρωεκλογές διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών αποδείχθηκε μοιραίο πολιτικό σφάλμα. Η ΝΔ έχασε τις ευρωεκλογές του Ιουνίου με διαφορά 4,35%. Μόλις 4 μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 2009, η αντικυβερνητική δυσαρέσκεια είχε μετατραπεί σε εκλογική χιονοστιβάδα, η οποία οδήγησε το ΠΑΣΟΚ σε εκλογικό θρίαμβο και το κυβερνητικό κόμμα σε συντριβή. Η «μικρή» διαφορά των ευρωεκλογών εκτοξεύθηκε στις βουλευτικές του 2009, σε 10,5% (43,9%-33,5%).

Στις πρόσφατες ευρωεκλογές, ο κοινωνικός καταποντισμός της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ δεν αποφεύχθηκε τελικά (έχασαν αθροιστικά 828.000 ψήφους). Γεγονός που ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, με διαφορά 3,85%. Επομένως, κατ’ αναλογία με το 2009, η δυναμική του εκλογικού αποτελέσματος των ευρωεκλογών του 2014 λειτούργησε υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως καταγράφηκε εγκαίρως στη μέτρηση της PublicIssue, ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο η διαφορά (η «ψαλίδα») είχε διευρυνθεί, σε διψήφιο ποσοστό (11%), ενώ σήμερα εκτιμάται σε 8% (Διάγραμμα 6).

Τι θα κρίνει τις εκλογές

1) Παρά την ευημερία των «αριθμών» η οικονομική κατάσταση των ανθρώπων δεν έχει βελτιωθεί. Οι υποκειμενικές εκτιμήσεις των ερωτηθέντων για το εισόδημα των νοικοκυριών παραμένουν αμετάβλητες. Η «επελαύνουσα ανάπτυξη» είτε δεν αφορά, είτε δεν έχει πείσει τα 2/3 των πολιτών (65% – Διάγραμμα 2). Και αυτό είναι κακό για εκλογές.

2) Οι αντιμνημονιακές διαθέσεις του εκλογικού σώματος παραμένουν ενεργές. Παρά τα λεγόμενα, η πολιτική διαίρεση μνημονιακού/αντιμνημονιακού μπλοκ παραμένει ενεργή και έχει ανασηματοδοτήσει με νέο περιεχόμενο τον ιστορικό πολιτικό άξονα Δεξιά/Αριστερά. Από το 2010, η στάση της κοινής γνώμης απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές παρέμεινε σταθερά και πλειοψηφικά αρνητική (70% κατά, μόλις 30% υπέρ, Διάγραμμα 1). Ουδέποτε αυτή η πολιτική κατάφερε να κερδίσει κοινωνική συναίνεση, παρά το γεγονός ότι τα κόμματα που διαχειρίσθηκαν τις πολιτικές της λιτότητας (μεταξύ αυτών και η ΔΗΜΑΡ) ψηφίστηκαν από ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σήματος.

3) Η διαπραγμάτευση του χρέους αποτελεί κομβικό σημείο της ατζέντας των εκλογών.Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης δεν έχει πεισθεί για τη «βιωσιμότητα» του ελληνικού χρέους. Αντιθέτως, η στάση υπέρ της διαπραγμάτευσης, που αποτελεί κεντρικό σημείο της επιχειρηματολογίας της αντιπολίτευσης και βασικό σημείο αδυναμίας της κυβέρνησης συσπειρώνει πλέον 7 στους 10 πολίτες (73%, Διάγραμμα 4). Κατά συνέπεια, η ικανότητα διαπραγμάτευσης συνιστά αποφασιστικό κριτήριο ψήφου (επιλογής κόμματος).

4) Η αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής προπαγάνδας. Οι εκλογές του 2012 κερδήθηκαν με την προπαγάνδα και τον φόβο. Η επίδρασή τους στο εκλογικό αποτέλεσμα, σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ, αποδείχθηκε της τάξης του 4%-5%. Η τωρινή συγκυρία είναι αρκετά διαφορετική. Ανάλογη εκστρατεία κινδυνολογίας, εάν δεν έχει ήδη αποτύχει, είναι φανερό τουλάχιστον ότι δεν πείθει στον ίδιο βαθμό με δύο χρόνια πριν. Σήμερα, πολύ λιγότεροι από ό,τι το 2012 φαίνονται πεπεισμένοι ότι η χώρα «κινδυνεύει να χρεοκοπήσει» (Διάγραμμα 3).


Δημοσιεύθηκε στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΑΥΓΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ (11/1/2015)
Για την αντιγραφή
Αντώνης Δ. Μάντζιος οικονομολόγος