Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

400 χρόνια χρειάστηκαν να διώξουμε τον τούρκο, πόσα χρειάζονται να διώξουμε τους ληστές?

Είναι μία βροχερή Τετάρτη του Φεβρουαρίου 1981. Το βράδυ, σε μια ψαροταβέρνα του Χαλανδρίου, στον δρόμο προς Χολαργό, κοντά στο σπίτι του Χαρίλαου Φλωράκη, Γενικού
Γραμματέα τότε του ΚΚΕ, συνευρίσκονται οι Ανδρέας Παπανδρέου, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Άκης Τσοχατζόπουλος, Γεράσιμος Αρσένης, Κωστής Βαΐτσος, Βάσω Παπανδρέου, Μένιος Κουτσόγιωργας και ο μετέπειτα δήμαρχος Χαλανδρίου Νίκος Πέρκιζας.

Από τον Αθανάσιο Χ. Παπανδρόπουλο

Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι σίγουρος για την εκλογική νίκη του «Κινήματος» στις εκλογές του Οκτωβρίου και η συζήτηση είναι πού θα βρεθούν τα απαραίτητα κεφάλαια για να μοιραστούν στις ορδές των «μη προνομιούχων» που ανυπόμονοι περιμένουν την ώρα της μεγάλης εισβολής. (Διαβάστε το όλο. Θα αυξηθεί κατακόρυφα η οργή σας και δεν θα πιστεύετε τις αποκαλύψεις οι οποίες λόγω του έγκριτου δημοσιογράφου είναι όλες τεκμηριωμένες).

«Πρόεδρε, δεν υπάρχει πρόβλημα», λέει ο Γεράσιμος Αρσένης, μετέπειτα «τσάρος της οικονομίας», στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. «Το διεθνές σύστημα», επιμένει, «έχει μεγάλη ρευστότητα και θα βρούμε αρκετό χρήμα να φέρουμε στην Ελλάδα. Εξάλλου, τα επιτόκια είναι χαμηλά, όπως και το ελληνικό δημόσιο χρέος. Υπάρχουν έτσι περιθώρια να αντιμετωπίσουμε και αιτήματα για παροχές, αλλά και μία πιθανή φυγή κεφαλαίων στις ξένες τράπεζες από βιομηχάνους και μεγαλοεισαγωγείς…».

«Δηλαδή λεφτά υπάρχουν, Μάκη», τονίζει ευχαριστημένος ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Θα μπορέσουμε έτσι να δείξουμε στον λαό ότι μοιράζουμε χρήμα. Ποιος ποτέ θα μάθει ότι αυτό είναι δανεικό… Θα λέμε σε όλους τους τόνους ότι είναι το χρήμα του κατεστημένου, που τώρα ανήκει στους Έλληνες…», προσθέτει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και δείχνει να απολαμβάνει το ουίσκι που πίνει.

«Οι γιαπωνέζικες τράπεζες ψοφάνε να δανείζουν χρήμα στην Ευρώπη, κύριε πρόεδρε», λέει στον Ανδρέα Παπανδρέου ο Κωστής Βαΐτσος, που είχε διεθνή εμπειρία από τη συμβουλευτική θητεία του σε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Γνώριζε επίσης ο ίδιος – όπως και ο Ανδρέας Παπανδρέου – ότι στην διεθνή κεφαλαιαγορά κυκλοφορούσε και άφθονο μαύρο αραβικό χρήμα σε πετροδολάρια, που άλλο που δεν ήθελε να τοποθετηθεί σε χώρες όπως η Ελλάδα. Το χρήμα αυτό ήταν καλοδεχούμενο από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήθελε να το χρησιμοποιήσει για να εξαγοράσει στην κυριολεξία ψήφους και οπαδούς, ώστε να μονιμοποιήσει την παραμονή του στην εξουσία. Αυτό ήταν το μεγάλο όραμά του και, για να το αναλύσει κανείς, απαιτούνται πολλές σελίδες.


Με απλά λόγια, λέμε ότι, όταν το 1974 ο Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ, δύο πράγματα τον ενδιέφεραν: Πρώτον, να διαλύσει την μισητή του – όπως είχε αποκαλύψει στον γράφοντα – Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (ΕΚΝΔ) και, δεύτερον, να καταλάβει την εξουσία. Επειδή μάλιστα γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία υποσχόμενος σοσιαλδημοκρατικού τύπου μεταρρυθμίσεις, οι οποίες εξάλλου ήσαν μέσα στο πρόγραμμα της ΕΚΝΔ, εφάρμοσε μία ριζοσπαστική, λαϊκιστική, τριτοκοσμικού τύπου στρατηγική, αξιοποιώντας τα κατώτατα δυνατάερείσματα και ένστικτα που μπορεί να διαθέτει ένας λαός.

Σπουδασμένος στην Αμερική και οικονομολόγος, επηρεασμένος από τη σχολή της οικονομετρικής προσέγγισης των πραγμάτων, ο Ανδρέας Παπανδρέου –ο οποίος απεχθανόταν την Ευρώπη και την κουλτούρα της– ήταν ένας πολιτικός με ικανότητα τολμηρών τακτικών ελιγμών, που μπορούσε με άνεση να κινείται στρατηγικά στη βάση ορθολογικών επιλογών. Ένα σημαντικό την εποχή εκείνη στέλεχος του Κινήματος χαρακτήριζε τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ «κινούμενο ηλεκτρονικό υπολογιστή». Μελετούσε κάθε κίνησή του και, κυρίως, στην Αμερική είχε διδαχθεί από ειδικούς επικοινωνιολόγους να καταλαβαίνει την ψυχολογία του όχλου, να συνθηματολογεί και να μπορεί να διαισθάνεται τι θέλει να ακούσει ο ακροατής.

«Ύστερα», γράφει ο Στάμος Ζούλας, «ο Ανδρέας είχε διαπιστώσει ότι στην Ελλάδα η πιθανότητα να αποκτήσει κάποιος δημοσιότητα είναι η εκπροσώπηση απόψεων με τρόπο που να διεγείρει, που να συγκινεί, και ιδιαίτερα σε θέματα που το συναισθηματικό στοιχείο είναι πολύ έντονο». Ακόμη και όσα οι πολιτικοί του αντίπαλοι θεωρούσαν ως ανερμάτιστη πολιτική και οβιδιακές μεταμορφώσεις, στην ουσία δεν ήταν παρά ένας συνειδητός και προσχεδιασμένος τακτικισμός που είχε ως πρωταρχικό –αν όχι αποκλειστικό– στόχο την κατάληψη της εξουσίας»[1]. Και η τελευταία όντως κατελήφθη τον Οκτώβριο του 1981 και έμελλε να κρατήσει, την πρώτη περίοδο, το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του στο τιμόνι της χώρας έως τον Ιούλιο του 1989.

2. [Η δημιουργία των μηχανισμών] Εννέα χρόνια παραμονής στην εξουσία ήσαν αρκετά για το ΠΑΣΟΚ και τον ιδρυτή του να δημιουργήσουν αρθρώσεις και καταστάσεις που δύσκολα θα μπορούσαν αρθούν από φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις. Ακόμα χειρότερα, την πασοκική περίοδο εμπεδώθηκε στην Ελλάδα και μία αντιδραστική τριτοκοσμική ιδεολογία η οποία σήμερα μόνον δεινά επιφυλάσσει στη χώρα. Εξάλλου, η ιδεολογία αυτή, σύμφωνα με τα γνωστά από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα πρότυπα, χρησίμευε ως άλλοθι στους μηχανισμούς που έπαιρναν σάρκα και οστά στην Ελλάδα σε αντικατάσταση του αποκαλούμενου «κράτους της δεξιάς». Μετά λοιπόν την επιχείρηση του Φεβρουαρίου 1982, όταν μία Κυριακή οι πρασινοφρουροί έκαναν δοκιμή πραξικοπήματος, σταδιακά εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μηχανισμοί του πασοκικού κράτους που δημιουργούσαν και νέες κοινωνικο-οικονομικές αρθρώσεις.

 



Διαβάστε τη συνέχεια εδώ

hellas-now